Translate -TRANSLATE -

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

Μαρίας Καραβία : Η απόδραση της Ελένης Βλάχου



22 Δεκεμβρίου 1967. Άφιξη της Ελένης Βλάχου στην είσοδο του BBC. Ήταν η πρώτη είδηση που μεταδόθηκε από την αγγλική τηλεόραση.

Η απόδραση της Ελένης Βλάχου

Της Μαρίας Καραβία*

Η επιστροφή της Ελένης Βλάχου στην Αθήνα, το 1974, κρατήθηκε μυστική το ίδιο σχεδόν όσο είχε κρατηθεί και η απόδρασή της από τη χουντοκρατούμενη Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1967. Ήθελε να αποφύγει τις θριαμβευτικές υποδοχές που διοργανώνονταν στα αεροδρόμια μετά την κατάρρευση της δικτατορίας.
Έφτασε στο Ελληνικό με μεταμεσονύχτια πτήση της Β.Α. και την περιμέναμε πέντε άτομα: ο σύζυγός της Κωνσταντίνος Λούνδρας, ο Τάκης Λαμπρίας, ο τότε οικονομικός διευθυντής της «Καθημερινής» Νίκος Καραμούζης, ο οδηγός της ο Γιάννης κι εγώ. Αλλά η ώρα περνούσε και δεν φαινόταν. Ο Λαμπρίας, υφυπουργός Προεδρίας στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, πήγε στον έλεγχο διαβατηρίων να δει τι συμβαίνει.
Όταν τον Ιούλιο του 1971 το δικτατορικό καθεστώς της είχε αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια, η βρετανική κυβέρνηση την είχε εφοδιάσει με ταξιδιωτικά έγγραφα που ίσχυαν για οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης και την Αμερική, αλλά όχι για την Ελλάδα. Η Δημοκρατία είχε αποκατασταθεί, ενώ τα παρακλάδια της χούντας βρίσκονταν ακόμα σε υπεύθυνες θέσεις. Επέμεναν πως πρέπει να επιστρέψει με το ίδιο αεροπλάνο στο Λονδίνο.
Έπειτα από μακρές διαπραγματεύσεις την είδαμε να εμφανίζεται επιτέλους στην έξοδο. Κάποιοι που βρίσκονταν εκεί γύρω την αναγνώρισαν και τη χειροκρότησαν. «Ποιος έρχεται;», με ρώτησε. «Εσείς!». Μ’ έπιασε απ’ το μπράτσο: «Πάμε γρήγορα στο αυτοκίνητο». Κατευθυνθήκαμε στην Αθήνα, στο διαμέρισμά της, στην οδό Μουρούζη. Βγήκε αμέσως στη βεράντα με την υπέροχη θέα προς τον Εθνικό Κήπο και την Ακρόπολη. Το σκοτάδι είχε πάρει να αραιώνει κιόλας. «Να σας δείξω από πού έφυγα», μας είπε.
Μέσω Βελιγραδίου με άλλο διαβατήριο
Ποτέ δεν μίλησε με λεπτομέρειες για την απόδρασή της όσο βρισκόταν στο εξωτερικό. Τώρα, έβλεπα το διαχωριστικό περβάζι της διπλανής βεράντας, της γλύπτριας Ναταλίας Μελά και κάτω, υψομετρική διαφορά κάπου τρία μέτρα. «Η Ναταλία ήταν ειδοποιημένη. Είχε βάλει μια σκάλα στον τοίχο και το ύψος μειώθηκε… Την είσοδο της οδού Μουρούζη τη φρουρούσαν. Αλλά αυτό, το διπλανό διαμέρισμα, έχει κι άλλη πόρτα, από την οδό Βασιλίσσης Σοφίας 4!...».
Έκανε μέρες να φτάσει στη βρετανική πρωτεύουσα. Γιατί έκανε μέρες να μπορέσει να εγκαταλείψει την Αθήνα. Η απόδραση ήταν γενναία, η οργάνωση ερασιτεχνική.
Από το σπίτι της έφυγε με το κλειδί μιας γκαρσονιέρας στην τσέπη. Έμεινε εκεί τη νύχτα και από την επομένη προσπάθησε να ζητήσει τη βοήθεια τριών γνωστών της διπλωματών: του Βρετανού πρέσβη Μάικλ Στιούαρτ, του Φίλιπς Τάλμποτ και του Ρενέ Μπαγιάνς που της είχε απονείμει πρόσφατα το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής. Οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Φοβήθηκε μάλιστα ότι θα οδηγούσαν στην αποκάλυψη της απόδρασης. Όχι γιατί θα την κατέδιδαν οι ξένοι διπλωμάτες, αλλά γιατί η χούντα θα παρακολουθούσε ενδεχομένως τα τηλέφωνά τους. Το ρισκάρισε. Πήγε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, κατάφερε να πάρει ένα αεροπλάνο για το Βελιγράδι, δείχνοντας το διαβατήριο της κουνιάδας της, κ. Ηλιοπούλου. Την τελευταία στιγμή, λίγο πριν τη βοηθήσει να σκαρφαλώσει στο περβάζι ο σύζυγός της, της έδωσε μια εικονίτσα του αγίου Νικολάου. Την είχε πάντα μαζί του την εποχή του Πολέμου, όταν υπηρετούσε στα υποβρύχια.
Σαν να μην έφτανε η αγωνία για την εξέλιξη της επιχείρησης, η μητέρα της, η κ. Δημαρέτη Κόντου που δεν είχε ιδέα για τα σχέδια της κόρης της, είχε ζητήσει άδεια από τον Παττακό να την επισκεφτεί και να της... κάνει έκπληξη γιατί είχε τα γενέθλιά της. Κατέφθασε στην οδό Μουρούζη φορτωμένη γλυκά και λουλούδια. Ο Λούνδρας της εξήγησε ότι τα γενέθλια θα τα γιορτάσουν οι δυο τους και της συνέστησε να αποφεύγει τα επιφωνήματα γιατί είχαν αφτιά και οι τοίχοι!..

Το δεύτερο πλήγμα στους δικτάτορες

Ήταν πρωί όταν φύγαμε. Η Ακρόπολη έλαμπε στον ήλιο. Στο αθηναϊκό διαμέρισμα, η επεισοδιακή φυγή και η σχεδόν μυστική επιστροφή, είχαν κλείσει έναν κύκλο που χρειάστηκε έξι χρόνια και οκτώ μήνες να ολοκληρωθεί.
Η Ελένη Βλάχου έδωσε στη δικτατορία το πρώτο πλήγμα. Το κλείσιμο των εφημερίδων της ήταν καταστροφικό για την ίδια, αλλά έσωσε την τιμή της συντηρητικής παράταξης. Η απουσία της «Καθημερινής» και της «Μεσημβρινής» από τα περίπτερα την επομένη του πραξικοπήματος ειδοποιούσε ότι οι σφετεριστές της εξουσίας δεν εκπροσωπούσαν τίποτα και κανέναν. Η στάση της εκτιμήθηκε ευρύτατα· προ πάντων στο εξωτερικό. Γιατί στην Ελλάδα ακολούθησε σύντομα η αμφισβήτηση: «Δεν ήθελε τους συνταγματάρχες, γιατί ήθελε τους στρατηγούς…».
Η Βλάχου δεν ήθελε την Ελλάδα στον γύψο. Και προπαντός, δεν ήθελε τη λογοκρισία.
Το απέδειξε εμπράκτως με τη δραπέτευσή της, όταν για δεύτερη φορά εξευτέλισε διεθνώς τους συνταγματάρχες που εξακολουθούσαν να φρουρούν επί εικοσιτετραώρου βάσεως το διαμέρισμά της, ενώ εκείνη ακούστηκε να μιλάει από την Ελληνική Υπηρεσία του BBC.
Όπως πλήρωσε για το κλείσιμο των εφημερίδων, πλήρωσε και για την απόδραση. Ο σύζυγός της, απόστρατος αξιωματικός του Ναυτικού, ήρωας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 18 μηνών και οδηγήθηκε στον Κορυδαλλό, με την κατηγορία της «παράνομης οπλοκατοχής». Σε έρευνα που έγινε στο σπίτι τους βρέθηκε το υπηρεσιακό περίστροφό του, που το διατηρούσε με άδεια του Γενικού Επιτελείου.
Ήταν παραμονές Χριστουγέννων όταν έφτασε στο Λονδίνο. Η είδηση έκανε πάταγο. Φωτογράφοι και δημοσιογράφοι την ακολουθούσαν σε κάθε της έξοδο. Κάποιος έστειλε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της ένα δέντρο στολισμένο με γαλανόλευκες μπάλες.

Συνεχής η αντιδικτατορική δράση της

Δικτυώθηκε αμέσως με παλαιούς φίλους, με δημοσιογράφους, με πρόσωπα κύρους και επιρροής. Νοίκιασε δύο ισόγεια δωμάτια σε μια πανσιόν στη Μπελγκρέβια, όπου άρχισαν να την επισκέπτονται Έλληνες και ξένοι.
Όπως έκανε όταν βρισκόταν στο γραφείο της, στην «Καθημερινή», δεχόταν τους πάντες. Αλλά σπάνια πήγαινε εκείνη σ’ αυτούς. Δεν έκανε εξαίρεση και για τον Κωνσταντίνο, που τον περιέγραφε στους ξένους, άλλοτε ως «μάγκα και Ρωμιό» και άλλοτε ως «αγράμματο Μαρουσιώτη» – αν και ο γεωγραφικός προσδιορισμός αναφερόταν στο σχολείο του, τα Ανάβρυτα. Ένα βράδυ που την επισκέφθηκε ο Αρναούτης, φέρνοντας απροειδοποίητα και τον «Μαρουσιώτη» μαζί, έμαθα ότι τον υποδέχθηκε με βαθιά υπόκλιση και ότι χάρηκε ειλικρινά για την επίσκεψή του, αναβαθμίζοντάς τον σταθερά για ένα διάστημα σε «μάγκα και Ρωμιό». Είχε να επικοινωνήσει μαζί του από εκείνη την τραγική νύχτα της 21ης Απριλίου με τα τανκς στους δρόμους της Αθήνας, τις συλλήψεις και τους πυροβολισμούς που την είχε περάσει άγρυπνη στην οδό Σωκράτους 57. Φοβόταν ότι το πνεύμα τού «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» θα παραβιάσει από στιγμή σε στιγμή τη βαριά σιδερένια εξώθυρα της «Καθημερινής». Τα μεσάνυχτα, κάποιο από τα κομμένα τηλέφωνα λειτούργησε. Κάλεσε τα Ανάκτορα. Απάντησε ο Κωνσταντίνος. «Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, μεγαλειότατε;». «Δεν τους ξέρω. Μου έχει αφήσει ευχή και κατάρα ο πατέρας μου να μην εμπλακώ σε πραξικοπήματα ποτέ…». «Κρατηθείτε μακριά τους» του είπε, πριν κλείσει το τηλέφωνο.
Στα σχεδόν επτά χρόνια που έζησε η Ελένη Βλάχου στην Αγγλία δεν άφησε να περάσει μέρα χωρίς να κάνει κάτι εναντίον της χούντας. Νοίκιασε κεντρικό γραφείο, στη Ντιουκ Στριτ κι έβγαλε αμέσως το αγγλόφωνο περιοδικό Hellenic Review, αν και αναγκάστηκε να το κλείσει γρήγορα, γιατί οι συνταγματάρχες έστειλαν σε απάντηση τον Λούνδρα στην απομόνωση. Πήρε μέρος σε συνέδρια. Μίλησε σε πανεπιστήμια. Έγραψε το βιβλίο «House Arrest», με τις εμπειρίες από τον κατ’ οίκον περιορισμό της, αλλά και τις αφόρητες πιέσεις της χούντας να ξαναβγάλει τις εφημερίδες της. Συγκέντρωσε διαμαρτυρίες Ελλήνων πολιτικών και διανοουμένων εναντίον της δικτατορίας και τις εξέδωσε με τίτλο «Free Greek Voices». Εγραψε σε εφημερίδες και περιοδικά. Εμφανίστηκε σε τηλεοπτικά προγράμματα, σε κάποιο μάλιστα μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη. Μίλησε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς. Κατέθεσε στην επί των Εξωτερικών Επιτροπή της αμερικανικής Βουλής, καταρρίπτοντας τα περί «κομμουνιστικού κινδύνου», που υπήρξε το άλλοθι της χούντας για το πραξικόπημα.
Κατέθεσε στο Στρασβούργο, στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου δόθηκαν σκληρές μάχες για την αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης. «Και τώρα, τι θα κάνετε που βγάλατε την Ελλάδα από το Συμβούλιο;», τη ρώτησαν. «Θα την ξαναβάλουμε. Με τη Δημοκρατία…». Διά χειρός λόρδου Μπάτλερ, το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου της απένειμε το χρυσούν μετάλλιο για την προάσπιση της ελευθερίας του Τύπου...

Η παρακαταθήκη ενός ελεύθερου ανθρώπου

Η μεγαλύτερη αδικία που θα μπορούσαμε ωστόσο να κάνουμε στην Ελένη Βλάχου είναι να την αγιοποιήσουμε. Ήταν άνθρωπος αρχών αλλά και αντιφάσεων. Ο Πάνος Κόκκας, αν και διέφυγε στο εξωτερικό από τις πρώτες κιόλας ώρες του πραξικοπήματος, έκλεισε την «Ελευθερία», αποζημιώνοντας το προσωπικό. Η Βλάχου επικαλέστηκε «ανωτέρα βία» και κατέβαλε αποζημιώσεις μόνον σε όσους προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη. Λέγεται ότι ήθελε να υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις, γιατί πίστευε ότι μια μέρα θα αποζημιωθεί για την οικονομική καταστροφή. Η «Καθημερινή» επανεκδόθηκε όμως τον Σεπτέμβριο του 1974, με τραπεζικά δάνεια (κάθε άλλο παρά χαριστικά…) και πάλι, με τον ενθουσιασμό κάποιων συντακτών της που στις 21 Απριλίου 1967 είχαν επικροτήσει το κλείσιμό της και δεν ζήτησαν δραχμή.
Δήλωνε συχνά ότι η εμπειρία της δικτατορίας την είχε κάνει περισσότερο liberal. Σε μαζικές εκδηλώσεις, πορείες, διαμαρτυρίες, δεν έλαβε μέρος ποτέ. Δεν παρέστησε στιγμή την Πασιονάρια. Πίστευε ότι ο δημοσιογράφος είναι ο τελευταίος ελεύθερος άνθρωπος. Κι από τον καιρό που έκλεισε τα έντυπά της, είχε μεταβληθεί σε «ομιλούσα εφημερίδα». Έλεγε με τη μεγαλύτερη τόλμη την αλήθεια για όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα.
Τα λόγια της έκαναν τον γύρο της μικρής κοινωνίας των «εμιγκρέδων». «Γιατί, Ελένη μου, δεν παρατάς τους μάταιους αγώνες, να ξαναγυρίσεις στον τόπο σου, στο σπίτι του, στη φωλιά σου;» την είχε ρωτήσει ο Σπύρος Σκούρας, ο Ελληνοαμερικανός πρόεδρος της 20th Century Fox. «Διότι, κύριε Σπύρο μου, τη φωλιά μου οι συνταγματάρχες μου την έχουν χέ…».
Κάποια στιγμή φάνηκε να την ενδιαφέρει η πολιτική. Κάποιοι την αποκαλούσαν με νόημα «Ιντίρα Βλάχου». Ο Καραμανλής την έβαλε στην πρώτη θέση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 1975. Δεν διακρίθηκε στο Κοινοβούλιο. Είναι ζήτημα αν πήρε τον λόγο μια-δυο φορές. Τις μάχες τις έδινε ως δημοσιογράφος, με τους δικούς της όρους και με το δικό της στυλ. Η προσωπικότητά της ταίριαζε στους Άγγλους. Μιλούσε ήρεμα και απλά, είχε χιούμορ, απεχθανόταν τις υπερβολές και τις δραματοποιήσεις. Είχε κερδίσει την εκτίμηση και τη φιλία τους. Είχε γίνει πασίγνωστη, η ίδια και ο αγώνας της κατά της χούντας. Κορυφαίο στέλεχος του BBC θεώρησε τιμή, αντί της συζύγου του, να πάρει την Ελένη Βλάχου στο μεγάλο κοσμικό γεγονός, το γκάρντεν πάρτι που δίδεται στο Μπάκιγχαμ για τα γενέθλια της βασίλισσας. Ακόμα κι ένας οδηγός ταξί της είχε πει στο Λονδίνο: «Ξέρω πως το όνομά σου είναι Helen, darling. Δεν θυμάμαι το επίθετο…».

* Η κ. Μαρία Καραβία είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: